καυγαδίζω

καυγαδίζω
apostropher

Ελληνικό-Γαλλικό λεξικό. 2015.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Regardez d'autres dictionnaires:

  • καυγαδίζω — βλ. καβγαδίζω …   Dictionary of Greek

  • καβγαδίζω — και καυγαδίζω [καβγάς] φιλονικώ, διαπληκτίζομαι …   Dictionary of Greek

  • φαγώνομαι — Ν 1. φθείρομαι από τριβή ή άλλη διαβρωτική ενέργεια 2. μαλώνω, καυγαδίζω («φαγώνονται όλη μέρα») 3. (η μτχ. παρακμ.) βλ. φαγωμένος. [ΕΤΥΜΟΛ. < θ. φαγ τού αορ. β τού ρ. ἐσθίω «τρώγω» (βλ. λ. φαγεῖν) + ρηματ. κατάλ. ώνω / ώνομαι] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”